Πρόκειται για μία φλεγμονώδη αντίδραση του δέρματος σε μια ποικιλία εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων που επιδρούν μεμονωμένα ή σε συνδυασμό και συνοδεύονται από κνησμό. Οι όροι έκζεμα και δερματίτιδα είναι συνώνυμοι.
Η ομάδα έκζεμα-δερματίτιδα είναι η συχνότερα απαντώμενη ομάδα δερματοπαθειών στον δυτικό κόσμο. Η συχνότητα κυμαίνεται μεταξύ 20 και 25% στο σύνολο των δερματοπαθειών. Η συχνότερη μορφή δερματίτιδας, είναι η αλλεργική δερματίτιδα από επαφή.
Η κλινική εικόνα της δερματίτιδας, παρουσιάζει τα εξής στάδια και φάσεις:
Α) η ερυθηματοφυσαλιδώδης φάση. Όπως λέει και το όνομα της, κατά την διάρκεια αυτής της φάσης παρατηρείται ερύθημα, οίδημα και εμφάνιση φυσαλίδων πάνω σε φλεγμονώδες δέρμα. Η εικόνα αυτή, μοιάζει με την επιφάνεια του νερού όταν βράζει. (ζέει στην αρχαία ελληνική) εξου και ο όρος «έκζεμα».
Β) φάση ορόρροιας και εφελκιδοποίησης. Οι φυσαλίδες σπάνε και υπάρχει ροή διαυγούς υγρού,του ορού (ορόροια). Οι διαβρώσεις καλύπτονται από εφελκίδες (κακάδια) οι οποίες σχηματίζονται από την πήξη του ορού μαζί με κυτταρικά στοιχεία.
Γ) φάση απολέπισης. Αποβάλλονται τα επιδερμιδικά κύτταρα με τη μορφή λεπίων.
Δ) φάση λειχηνοποίησης. Το δέρμα παχαίνει, σκουραίνει και διαγράφονται έντονα οι πτυχώσεις και οι γραμμές του.
Η δερματίτιδα χωρίζεται σε οξεία, υποξεία και χρόνια ανάλογα με την φάση στην οποία βρίσκεται.
Η οξεία δερματίτιδα ακολουθεί τις 4 φάσεις που περιγράφηκαν παραπάνω, η υποξεία δερματίτιδα χαρακτηρίζεται από ερύθημα και απολέπιση ενώ στην χρόνια δερματίτιδα επικρατεί η υπερκεράτωση και η λειχηνοποίηση ενώ απουσιάζουν τα φλεγμονώδη στοιχεία.
Οι δερματίτιδες διαχωρίζονται σε εξωγενείς και ενδογενείς αν το αίτιο στο οποίο οφείλονται είναι κάποιος εξωτερικός παράγοντας ή αν προέρχονται από μία εσωτερική διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι εξωγενείς δερματίτιδες χωρίζονται στην δερματίτιδα από επαφή που με την σειρά της διαχωρίζεται σε ερεθιστική και αλλεργική, στην μικροβιακή δερματίτιδα και στην φώτοδερματίτιδα που και εκείνη διαχωρίζεται σε τοξική και αλλεργική. Οι ενδογενείς δερματίτιδες χωρίζονται στην ατοπική δερματίτιδα, στην σμηγματορροϊκή δερματίτιδα, στο δυσιδρωσικό έκζεμα, στο νομισματοειδές έκζεμα και στην λευκή πιτυρίαση. (pityriasis alba).
H δερματίτιδα από επαφή, οφείλεται σε επαφή εξωγενών ουσιών με το δέρμα και διακρίνεται στην ερεθιστική και στην αλλεργική δερματίτιδα από επαφή.
Ουσίες που προκαλούν ερεθιστική δερματίτιδα, είναι τα καθαριστικά (απορρυπαντικά, σαπούνια κ.ά.). Προσβάλλει άτομα που έρχονται συχνά σε επαφή με αυτούς τους παράγοντες, όπως νοικοκυρές, καθαρίστριες, κομμώτριες, οικοδόμους, χασάπηδες κ.ά. Το δέρμα γίνεται ξηρό με ρωγμές, ερυθρότητα και διαβρώσεις. Η εντόπιση ανάμεσα στα δάκτυλα και κάτω από τη βέρα, είναι χαρακτηριστική.
Άλλες αιτίες, είναι οι οργανικοί διαλύτες (αλκοόλες, ακετόνη), τα λάδια (ορυκτέλαια, φυτικά λάδια), τα αλκάλεα (σόδα, αμμωνία, τσιμέντο, ασβέστης), οξέα ανόργανα και οργανικά (υδροχλωρικό,νιτρικό), ουσίες που δρουν μηχανικά (ίνες μαλλιού, βιολογικά υγρά).
Τα οξέα προκαλούν ερεθιστική δερματίτιδα που εκδηλώνεται λίγες ώρες μετά την επαφή με το δέρμα και συγκεκριμένα στην περιοχή του δέρματος που ήρθε σε επαφή με αυτά. Χαρακτηρίζεται από ερυθρότητα, οίδημα, φυσαλίδες, διαβρώσεις, ορορροή. Αν το οξύ είναι πολύ ισχυρό, προκαλεί εικόνα εγκαύματος. Από τα βιολογικά υγρά, το σάλιο, προκαλεί περιστοματική δερματίτιδα, ενώ τα ούρα και τα κόπρανα, σύγκαμα. (παράτριμμα).
Η ερεθιστική δερματίτιδα αφορά όλα τα άτομα που θα εκτεθούν στην συγκεκριμένη ουσία και περιορίζεται αυστηρά, στα μέρη του δέρματος που ήρθαν σε επαφή με την ουσία.
Η αλλεργική δερματίτιδα εξ’επαφής αφορά κάποια άτομα που έχουν αλλεργικό υπόβαθρο και διακρίνεται στη φάση της ευαισθητοποίησης κατά την οποία το άτομο έρχεται σε επαφή με το αλλεργιογόνο και στην εκλυτική φάση όπου εκδηλώνεται η αλλεργική αντίδραση. Τα συχνότερα αλλεργιογόνα είναι το χρώμιο (τσιμέντο, χρωστικές, γάντια από δέρμα, σπίρτα-κυρίως αφορά τα χέρια), το νικέλιο (faux bizouχ) αφορά κυρίως λοβία αυτιών, το καουτσούκ (ράχη, μηροί: στηθόδεσμος), τα ακατέργαστα πλαστικά (χέρια, χείλη) ο βακελίτης (ψεύτικα δόντια), η φορμαλδεύδη (πλαστικά, αντισηπτικά, κόλλες, καλλυντικά, καθαριστικά: αφορά χέρια, κορμό, πρόσωπο), τα φυτά (πρίμουλα, δηλητηριώδης κισσός, συκιά: ακάλυπτα μέρη), οι οργανικές χρωστικές (βαφές μαλλιών: αφορά πρόσωπο, λαιμό, βλέφαρα), τα λάδια (συντηρητικά, προσθετικά, αφορά κυρίως τα χέρια), τα καλλυντικά (συντηρητικά parabens), ορυκτά, λανολίνη, χρωστικές (αφορά πρόσωπο, χέρια, κορμό), φάρμακα (συντηρητικά, νεομυκίνη, πίσσα, αναισθητικό: πρόσωπο, κορμός, άκρα), ξυλεία (ρητίνες, mahogany: καλυπτόμενα μέρη), αρώματα (ακάλυπτα μέρη, πτυχές).
Η διάγνωση της αλλεργικής δερματίτιδας εξ’επαφής ,γίνεται με την λήψη λεπτομερούς ιστορικού, όπου εξετάζονται το επάγγελμα, τα χόμπυ, τυχαίες επαφές με ουσίες του περιβάλλοντος, η χρήση φαρμάκων, καλλυντικών. Για την αναγνώριση της υπεύθυνης ουσίας, σημαντική είναι η εντόπιση του εξανθήματος. Πολλές φορές, τη λύση στο πρόβλημα της διάγνωσης δίνουν σήμερα οι επιδερμιδικές δοκιμασίες. (patch-tests).
ΕΝΔΟΓΕΝΕΙΣ ΔΕΡΜΑΤΙΤΙΔΕΣ
Στις ενδογενείς δερματίτιδες κυριαρχεί η ατοπική δερματίτιδα. Πρόκειται για χρόνια δερματίτιδα που συνοδεύεται από έντονο κνησμό, η οποία συχνά συνυπάρχει με άλλες ατοπικές παθήσεις όπως το βρογχικό άσθμα και η αλλεργική ρινίτιδα. Εμφανίζεται σε άτομα με κληρονομική προδιάθεση. Το ατοπικό έδαφος, δηλαδή η υπεραντιδραστικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος σε εξωγενείς παράγοντες θεωρείται ότι μεταβιβάζεται κληρονομικά. Είναι δυνατό δηλαδή, η μητέρα να πάσχει από άσθμα και το παιδί της, από ατοπική δερματίτιδα. Είναι πολύ συχνή πάθηση, γύρω στο 3%.
Κλινικές μορφές της ατοπικής δερματίτιδας, είναι:
Α) το βρεφικό έκζεμα Εκδηλώνεται ανάμεσα στον 3ο και τον 6ο μήνα της ζωής και υπάρχει στα περισσότερα βρέφη στην ηλικία του 4ου έτους. Εντοπίζεται στο πρόσωπο (παρειές, μέτωπο, αφήνοντας απρόσβλητη την περιστοματική χώρα). Έχει την εικόνα της οξείας δερματίτιδας και συνοδεύεται από έντονο κνησμό. Το βρέφος είναι ανήσυχο και κλαίει. Έχει εξάρσεις και υφέσεις. Με τον καιρό, οι βλάβες που βγάζουν πύο και υγρά, υποχωρούν και η νόσος παίρνει την μορφή της υποξείας δερματίτιδας που εντοπίζεται στις πτυχές. (λαιμός, αγκώνες, πίσω από τα γόνατα) και βλέφαρα.
Β) ατοπική δερματίτιδα της παιδικής ηλικίας ή παιδικό έκζεμα. Το παιδικό έκζεμα, μπορεί να είναι συνέχεια του βρεφικού εκζέματος, ή μπορεί να εκδηλωθεί απ’ευθείας στην παιδική ηλικία. Η εικόνα είναι αυτή του όψιμου βρεφικού εκζέματος. (εντοπίζεται σε πτυχές). Συνήθως, υποχωρεί σε ηλικία 10-12 ετών.
Γ) ατοπική δερματίτιδα του ενήλικα
Αποτελεί συνέχεια του βρεφικού ή του παιδικού εκζέματος ή πιο σπάνια, είναι η πρώτη εκδήλωση της ατοπικής δερματίτιδας. Εντοπίζεται κυρίως στις καμπτικές επιφάνειες των άκρων χειρών και ποδιών, στο λαιμό και στα βλέφαρα. Το δέρμα παρουσιάζει τοπική πάχυνση, που ονομάζεται λειχηνοποίηση, μικρά σπυράκια που λέγονται βλατίδες και μικρού βαθμού ερύθημα. Υπάρχει έντονος κνησμός. Θεωρείται μάλιστα πρωταρχικό σύμπτωμα της ατοπικής δερματίτιδας.
Η ατοπική δερματίτιδα συνυπάρχει συχνά με άσθμα, αλλεργική ρινίτιδα, υπερευαισθησία σε φάρμακα ή ορούς, αγγειοκινητικές διαταραχές, καταρράκτη καθώς και άλλες δερματικές παθήσεις όπως λεύκη, γυροειδή αλωπεκία και ιχθύαση.
Η θεραπεία της ατοπικής δερματίτιδας διακρίνεται σε προφυλακτική και σε φαρμακευτική.
Στα προφυλακτικά μέτρα, χρειάζεται αποφυγή έκθεσης στα πιθανά αλλεργιογόνα. (σκόνη, ορισμένες τροφές που έχει παρατηρηθεί ότι προκαλούν έξαρση της νόσου όπως οι ξηροί καρποί, επαφή με μάλλινες ή συνθετικές ίνες, σκόνη, τρίχες από ζώα, γύρη). Επίσης, αποφεύγονται σκληρά σαπούνια όπως Betadine,Dettol.
H τοπική αγωγή, συνίσταται στην τοπική εφαρμογή κρεμών, αλοιφών κορτιζονούχων ή αναστολέων της καλσινευρίνης. Στη φάση συντήρησης, χρησιμοποιούνται αναστολείς της καλσινευρίνης , ενυδατικές κρέμες και ήπια σαπούνια.
Από το στόμα, χορηγούνται κυριώς αντισταμινικά για τον κνησμό, ενώ αν εκείνος είναι έντονος, χρειάζονται και ήπια ηρεμιστικά. Επίσης, χρησιμοποιούνται ανοσοτροποποιητικά φάρμακα όπως η κυκλοσπορίνη. Υπό έρευνα είναι η κυκλοφορία ενός καινούργιου μορίου. (αναστολέας JAK) που υπόσχεται πολλά στην θεραπεία της ατοπικής δερματίτιδας.
Τα ατοπικά άτομα, πρέπει να είναι πιο προσεκτικά στα τσιμπήματα των εντόμων, ιδιαίτερα των υμενόπτερων (σφήκες, μέλισσες) διότι μπορούν να προκληθούν έντονες αντιδράσεις που μπορεί να είναι θανατηφόρες. Συνιστάται, να είναι εφοδιασμένα με ένεση κορτιζόνης, αντισταμινικά και στυλό (ένεση) αδρεναλίνης.
Άλλη συχνή μορφή ενδογενούς δερματίτιδας, είναι η σμηγματορροϊκή δερματίτιδα.
Πρόκειται για μία άγνωστης αιτιολογίας δερματοπάθεια, η οποία εκδηλώνεται στις θέσεις που υπάρχει αυξημένη λειτουργικότητα των σμηγματογόνων αδένων. Η συνύπαρξη της σμηγματορροϊκής δερματίτιδας με αρκετές νευρολογικές παθήσεις όπως η νόσος του Parkinson, η τετραπληγία, η δερματίτιδα, η παράλυση του προσώπου, η πολυομυελίτιδα, ενισχύει την άποψη ότι το κεντρικό νευρικό σύστημα συμμετέχει στην αιτιοπαθογένεια της σμηγματορροϊκής δερματίτιδας. Τα συγκινησιακά stress, επιδεινώνουν την πάθηση. Διαιτητικοί παράγοντες έχουν ενοχοποιηθεί όπως έλλειψη βιοτίνης, η αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης, η αλλεργία σε μερικές τροφές, όπως επίσης η χαμηλή υγρασία του χειμώνα και η αυτοάνοση αντίδραση στα επιδερμιδικά λέπια.
Στα βρέφη, εκδηλώνεται με την μορφή του βρεφικού σμήγματος στο κεντρικό τμήμα του τριχωτού της κεφαλής (Vermix Caseosa: κοινώς νινίδα) ή της σμηγματορροϊκής δερματίτιδας των βρεφών που αρχίζει σαν παράτριμμα (σύγκαμα) στην περιγεννητική περιοχή με χαρακτηριστικό ερυθηματολεπιδώδες εξάνθημα που συνυπάρχει με παρόμοιο εξάνθημα στις πτυχές του λαιμού, των μασχαλών και στις οπισθοωτιαίες χώρες. Το εξάνθημα, μπορεί να γενικευθεί.
Στους ενήλικες, η σμηγματορροϊκή δερματίτιδα εμφανίζεται κυρίως στο τριχωτό της κεφαλής με ερύθημα και απολέπιση (με τη μορφή της πιτυρίδας) καθώς και στο «Τ» του προσώπου (μεσόφρυο, φρύδια, πλάγια της μύτης, πλάγια του στόματος), πίσω και μέσα από τ’αυτιά, ενώ σε κάποια άτομα εμφανίζεται στη μέση του θώρακα και της άνω ράχης. Η σμηγματορροϊκή δερματίτιδα, υποχωρεί συνήθως το καλοκαίρι.
Η θεραπεία της σμηγματορροϊκής δερματίτιδας συνίσταται σε ότι αφορά το τριχωτό της κεφαλής, στη συχνή χρήση σαμπουάν με αντιμυκητιασικούς παράγοντες, κορτιζόνης, θείου, σαλικυλικού οξέος και πίσσας. Στο πρόσωπο, στις φάσεις έξαρσης, χρησιμοποιούνται αναστολείς της καλσινευρίνης τοπικά στο εξάνθημα, όπως και μικτές κρέμες αντιμυκητιασικών με κορτιζόνη. Στη φάση συντήρησης, χρησιμοποιούνται σμηγματορρυθμιστικές καλλυντικές κρέμες.
Μια άλλη συχνή μορφή ενδογενούς δερματίτιδας, είναι το δυσιδρωσικό έκζεμα που αποτελείται από φυσαλίδες μεγέθους φακής ή λίγο μεγαλύτερες που εμφανίζονται κυρίως στα πλάγια των δακτύλων των άνω και των κάτω άκρων και λιγότερο στις παλάμες και στα πέλματα. Συνοδεύονται από έντονο κνησμό. Οι φυσαλίδες ρήγνυνται και αφήνουν ερύθημα και απολέπιση. Προσβάλλει τις ηλικίες 20 ως 40. Είναι πιο συχνή τους μήνες με έντονη ζέστη και υγρασία (τέλη άνοιξης και αρχές φθινοπώρου). Η αιτιολογία είναι άγνωστη. Στη θεραπεία, συνήθως χρησιμοποιούνται μικτές κρέμες αντιμυκητιασικών/κορτιζόνης και αντισταμινικά από το στόμα. Αν υπάρχει υπεριδρωσία, κάτι που πολλές φορές συμβαίνει, αντιμετωπίζεται και εκείνη στα μέτρα του δυνατού.